ΜΙΑ ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Σ'ένα ορεινό χωριό, κάπου μακριά από ΄δω
μέσα στου δείλι τη σιγαλιά
ακούγονταν τραγούδια πολλά και αμέτρητα χαχανητά.
Μια κοπελιά απ' το χωριό, αψηφώντας το κρύο το τσουχτερό
και του αέρα το "θυμό"
ξεκίνησε ντυμένη σαν τον αστακό,
για να δει από που έρχεται το βουητό.
-Ελάτε τάρανδοι μαζί μου, για να λύσουμε το μυστήριο αυτό
κι ας λεν ότι η περιέργεια φέρνει πάντα κακό.
Οι τάρανδοι την κοίταξαν με αδιαφορία
και συνέχισαν της αγάπης το χορό,
μέσα στο χιόνι το πυκνό.
Κι οι χιονάνθρωποι στου λόφου την πλαγιά,
αποφάσισαν να μην πάνε ούτε ένα μέτρο μακριά.
Μόνο η γριά Κρουστάλλω άφησε το σπίτι το ζεστό,
ανέβηκε στο έλκηθρο της το γερό
γιατί πετούσε τη σκούφια της για κουτσομπολιό.
Ταξίδεψαν ώρα πολλή, με πυξίδα το αυτί.
Και έφτασαν σε μια γιορτή.
Ο αρχηγός των χιονάνθρωπων, πάνω σε μία απλωσιά
είχε μαζέψει τους ομοίους του και όλα της τάξης τα παιδιά.
Οι πρώτοι το είχαν ρίξει στο χορό.
Τι να σας πω γι' αυτόν τον πανζουρλισμό!
Τα παιδιά δίσταζαν να πάνε σ' αυτή τη γιορτή, γιατί έκανε κρύο πολύ.
Μετά την πρόσκληση πάνω στο χαρτί, είπαν να φέρουν όλα από κατιτί..
Φόρτωσαν στο έλκηθρο από ένα χειμωνιάτικο καλούδι και
για να στολίσουν τη γιορτή βρήκαν και λουλούδι.
Έγινε ένας χαμός.
Γέλιο,φωνές, χορός, τραγούδι.
Κάηκε το πελεκούδι.
Χόρεψε ο Βοριάς με τη Παγωνιά και
ο Χιονάνθρωπος με την Πορτοκαλιά.
Για να μη σας κουράζω άλλο πια, όλοι πέρασαν καλά μες του Χειμώνα την αγκαλιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου