"Φωτιά ωραία φωτιά μη λυπηθείς τα κούτσουρα
Φωτιά ωραία φωτιά μη φτάσεις ως τη στάχτη
Φωτιά ωραία φωτιά καίγε μας
λέγε μας τη ζωή!"
Οδ. Ελύτης
Ο Χειμώνας πλησιάζει, το κρύο δυναμώνει κι εμείς κρυώνουμε...Τι πρέπει να κάνουμε για να ζεσταθούμε; Τι έκαναν οι άνθρωποι από πάντα; Χρησιμοποιούσαν τη ΦΩΤΙΑ! Μια μεγάλη ανακάλυψη... Ναι αλλά η φωτιά δεν είναι μόνο για να μας ζεσταίνει... Γιατί θα ανάβανε τα ίδια μια φωτιά; Για να... δεχόμαστε τις απαντήσεις τους όλες! Και τις εικονογραφούμε.
Σε κάποιες φλόγίτσες αρέσουν τα ταξίδια κι εμείς ταξιδέψαμε μαζί τους αφηγούμενες το παραμύθι "Πώς Ταξίδεψαν οι τρεις φλόγες" από το βιβλίο Παραμύθια για το νηπιαγωγείο των Παπανικολάου-Λαλούμη
Δε σταματήσαμε όμως μόνο στην παραστατική αφήγηση αλλά το αναδιηγήθηκαν τα παιδιά, το δραματοποιήσαμε, το κάναμε κουκλοθεατρική παράσταση με αυτοσχέδιες κούκλες, ταξιδέψαμε σα φλόγες που η καθεμιά κάπου πήγε και στάθηκε, κάτι βρήκε και έκαψε, έκανε καλό, έκανε κακό...αφήνουμε τη φαντασία να μας ταξιδέψει.
Αλλά επειδή η εικόνα είναι πιο δυνατή από τις λέξεις το παρακάτω βιντεάκι δίνει το έναυσμα για ακόμη μεγαλύτερη συζήτηση...
Η ανακάλυψη της φωτιάς σίγουρα ήταν μια μεγάλη ανακάλυψη υπάρχει όμως και η μυθολογική πλευρά. Η φωτιά από πάντα μαγνήτιζε και τη φαντασία των ανθρώπων έτσι δημιουργήθηκαν απ΄ άκρη σε άκρη στη γη μύθοι γύρω από το περίεργο αυτό στοιχείο που... φροντίζει και... φοβίζει τους ανθρώπους.
-Ο μύθος του Προμηθέα πάντα γοητεύει
-Κι άλλοι
θεοί είχαν σχέση με τη φωτιά: Ο Ήφαιστος τη δάμασε και τη χρησιμοποίησε για
καλόσκοπό
- Η Εστία
η θέα του σπιτιού ήταν προστάτιδά της
- Ο Δίας
στήριζε σε αυτήν τη δύναμή του μέσω του κεραυνού
- ΜΥΘΟΙ ΑΛΛΩΝ ΛΑΩΝ ΓΙΑ ΤΗ
ΦΩΤΙΑ
- Στη Σιβηρία, µια χώρα που η ζεστασιά έχει µεγάλη σηµασία, ο λαός των Βουριατών δε γνώριζε τη φωτιά. Μια µέρα ένα χελιδόνι, που λυπήθηκε τους ανθρώπους, έκλεψε τη φωτιά από κάποιον που λεγόταν Τέγκρι και ζούσε στον ουρανό. Αυτός θύµωσε και έριξε στο χελιδόνι ένα βέλος. Από την οργή του όµως δε σηµάδεψε καλά και πέτυχε το χελιδόνι στην ουρά. Γι’ αυτό το λόγο, λένε, η ουρά των χελιδονιών είναι σχισµένη στα δύο. Έτσι οι άνθρωποι από ευγνωµοσύνη δεν κάνουν ποτέ κακό στο χελιδόνι και το προστατεύουν. Πιστεύουν ακόµα και σήµερα ότι το χελιδόνι φέρνει ευτυχία στο σπίτι που φτιάχνει τη φωλιά του. Στην Ευρώπη λένε, πως ένας τρυποφράχτης έφερε τη φωτιά από τον ουρανό, αλλά, επειδή ανέβηκε πολύ ψηλά, έκαψε όλα τα φτερά του. Τα άλλα πουλιά για να τον ευχαριστήσουν έβγαλαν από ένα φτερό και του το πρόσφεραν. Έτσι από τότε τα φτερά του τρυποφράχτη είναι πολύχρωµα. Μόνο ένα πουλί δεν του έδωσε φτερό. Ήταν η κουκουβάγια. Γι’ αυτό τα άλλα πουλιά δεν τη θέλουν κι εκείνη κρύβεται και βγαίνει µόνο τη νύχτα. Λένε επίσης πως αν κάποιο παιδί σκοτώσει τρυποφράχτη, θα πέσει κεραυνός στο σπίτι του. Στην Αυστραλία υπάρχει ένας παρόµοιος µύθος. Και εδώ ένας µικροσκοπικός τρυποφράχτης, έκλεψε ένα κλαδί από τις κουρούνες. Στο δρόµο όµως τσουρούφλισε την ουρά του, που έµεινε για πάντα κόκκινη! Κάπου αλλού ένας παπαγάλος µε κατακόκκινα φτερά κατεβαίνει στη γη και φέρνει τη φωτιά. Απ’ όλα αυτά καταλαβαίνουµε ότι η φωτιά πρέπει να ήρθε από τον ουρανό.
- Στην Κίνα και την Ινδία τη φωτιά την έφεραν στη γη οι Δράκοι.
- " ΜΙα στάλα στη Φωτιά!" Στη διάρκεια μιας πυρκαγιάς στο δάσος, όλα τα ζώα τρέχουν για να σωθούν εκτός από ένα κολιμπρί, το οποίο παίρνει μια στάλα νερό στο ράμφος του και πετάει προς τη φωτιά…«Τι νομίζεις ότι κάνεις; Είσαι τρελός, δεν θα σταματήσεις την φωτιά!», του φωνάζει ένας ελέφαντας. «Το ξέρω», απαντά το κολιμπρί, «κάνω όμως αυτό που μου αναλογεί»
- Στα πολύ παλιά χρόνια µια ανθρώπινη φυλή, οι Ουλχάµρ, φύγανε κυνηγηµένοι από τον τόπο τους. Σαν να µην έφτανε αυτό τους βρήκε κι άλλη συµφορά. Η φωτιά που µε ζήλο συντηρούσαν µέσα σε δυο µεγάλες κλούβες, επειδή δεν ήξεραν ακόµα να την ανάβουν, είχε σβήσει. 55 Μετά από πολλές περιπέτειες εγκαταστάθηκαν σε άλλο µέρος κι ένας άντρας της φυλής, ο Ναώχ είπε ότι θα έκλεβε τη φωτιά και θα την έφερνε, µ’ ένα όρο όµως: Ο Φαούµ, ο αρχηγός της φυλής, θα του έδινε την ανιψιά του ,την Γκάµλα, για γυναίκα του. Όµως άλλος ένας άντρας, ο Άγκου, είπε ότι και αυτός θα έκανε το ίδιο. Ξεκινήσανε λοιπόν και ο Ναώχ πήρε µαζί του άλλους δύο άντρες. Ο δρόµος ήταν δύσκολος, περνούσαν από βουνά και δάση µε άγρια θηρία. Νίκησαν όµως τη γκρίζα αρκούδα, ένα λιονταρογίγαντα και τους ανθρωποχάφτες. Απ’ αυτούς έκλεψαν τη φωτιά και τη µετέφεραν σε δυο κλούβες. Στο γυρισµό κατάφεραν να κάνουν συµµαχία µε τα τεράστια µαµούθ και αντιµετώπισαν δυσκολίες µε τους κόκκινους νάνους. Φτάνοντας κοντά στη φυλή τους αντιµετώπισαν τον Άγκου µε τα αδέρφια του που τους παραφύλαγαν για να τους πάρουν τη φωτιά. Ο Ναώχ όµως µαζί µε τα παλικάρια του κατάφερε να τους νικήσει και τους σκότωσε. Έφτασε λοιπόν νικητής παράδωσε τη φωτιά και ο αρχηγός τού έδωσε τη Γκάµλα για γυναίκα του.
Η Φωτιά είναι απαραίτητη για τον άνθρωπο ωστόσο μπορεί να ξεφύγει από τον έλεγχό του και να γίνει καταστροφική. Τι μπορεί να προκαλέσει αν γίνει ανεξέλεγκτη; Πώς το αντιμετωπίζουμε; Ποιοι μπορούν να μας βοηθήσουν;
Ευκαιρία για νέα συζήτηση...Οι πυροσβέστες! Συζητούμε για το επάγγελμα του πυροσβέστη και μιας και η Πυροσβεστική είναι κοντά στο σχολείο μας ευκαιρία για επίσκεψη να δούμε από κοντά και να μάθουμε πιο πολλά.
Όταν γυρίσουμε στο σχολείο καταγράφουμε και αναρτούμε έναν πίνακα με τα μέτρα προστασίας από τη φωτιά όπως μας έμαθαν "οι ειδικοί". Παρατητούμε τον πυροσβεστήρα του σχολείου και μαθαίνουμε τη χρήση του διαβάζοντας τις οδηγίες. Και φυσικά μια ευχαριστήρια κάρτα και ζωγραφιές δώρο στους πυροσβέστες μας.
Κι επειδή μας αρέσουν τα καρτούν
Και αφού είδαμε και ακούσαμε πως εμφανίστηκε η φωτιά στη γη καιρός να δούμε
τι μπορεί να μας διδάξει... Έχουμε έναν μικρό Δράκο που το βάφτισαν Ιβάν κι
αυτός μας οδηγεί στη γνώση...
Ο Δράκος μας αγαπάει τη φωτιά...
δεν μας κάνει όμως ζημιά!
Μας μαθαίνει τα μυστικά
τα καλά και τα κακά της!
Μας μαθαίνει λοιπόν τι της αρέσει και φουντώνει, τι φοβάται και
μερώνει. Παρακινεί τα παιδιά με ερωτήσεις....Είναι ένας περίεργος Δράκος.
Με τι θα μπορούσατε παιδιά, να ανάψετε μια φωτιά;Με τι θα ταΐζατε τη φωτιά σας;
Οι απαντήσεις απανωτές...Με ξύλα, με εφημερίδες, με πανιά, με κάρβουνα,
με....με...με...
Ας πειραματιστούμε...
-Υλικά που καίγονται και άλλα που δεν καίγονται. Ο Δράκος μας κουβαλά
χαρτιά, δέρμα, γυαλί, αλουμινόχαρτο, πανιά, πλαστικά, ξύλα, σίδερα, πέτρες,
χώμα...Ας φυσήξω με ορμή ποια θα αρπάξουν στη στιγμή; Ομαδοποιούμε ποια
νομίζουν ότι καίγονται ποια όχι. Δοκιμάζουμε να τα κάψουμε. Μαντέψαμε σωστά;
- Εύφλεκτα και μη υλικά. Βάζουμε φωτιά σε βαμβάκι ποτισμένο με νερό,
οινόπνευμα, λάδι, γάλα,
ξύδι, ούζο, χυμό, βενζίνη, σαπουνόνερο. Ποιο καίγεται πιο γρήγορα; πιο
αργά; καθόλου;Άρα ποιο την κάνει δυνατή; ποιο φοβάται ποιο πολύ;
-Κάνουμε και μαγικά: Το αλουμινόχαρτο που χορεύει...Κόβουμε μια σπείρα από
αλουμινόχαρτο.Χαράζουμε με ένα μολύβι και κόβουμε στο ένα άκρο περνάμε μια
κλωστή. Το τοποθετούμε πάνω από αναμμένο ρεσώ Σε λίγο αρχίζει και
περιστρέφεται.
-Το μπαλόνι που φουσκώνει μόνο του...Κλείνουμε το στόμιο ενός μπουκαλιού με
ένα μπαλόνι. Τοποθετούμε το μπουκάλι σε μια κατσαρόλα που έχει νερό και τη
θερμαίνουμε με ένα καμινέτο.Τι συμβαίνει όταν το μπουκάλι θερμανθεί;
- Αντικείμενα που λιώνουν...Λιώνουμε βούτυρο, σοκολάτα, πάγο, κερί.
Και ευκαιρία για ζαχαροπλαστική...Φτιάχνουμε σοκολατάκια με κουβερτούρα και
ξηρούς καρπούς και δημητριακά.
- Η φωτιά κινεί το αερόστατο; Άλλο πάλι και τούτο! Πώς γίνεται αυτό;
Ουσιαστικά δεν είναι η φωτιά που το σπρώχνει αλλά ο θερμός αέρας που αναδύεται
από αυτήν...
- Τι κάνουμε σε περίπτωση που καούμε; Βοηθάει στην πληγή το νερό; το λάδι;
το αλάτι; ή χρειάζεται κάτι ποιο δραστικό; Τι έκαναν τα παλιά χρόνια οι
γιαγιάδες μας (γιατροσόφια της γιαγιάς για εγκαύματα) Τι κάνουμε τώρα αν
δημιουργηθεί στο σώμα μας έγκαυμα;
Μας κούρασε η τόση γνώση ώρα για παιχνίδι... και για εμπέδωση
- ΚΑΙΓΕΤΑΙ: ΔΕΝ ΚΑΙΓΕΤΑΙ: Φωνάζουμε μια από τις δυο εντολές και τα παιδιά
καλούνται να πιάσουν σε ορισμένο χρόνο το ανάλογο αντικείμενο. Όποιο δεν
προλάβει "καίγεται" και βγαίνει από το παιχνίδι.
-Αναφέρουμε διάφορα υλικά πχ. ξύλο, πέτρα, κεραμίδι, χαρτί,κλπ τα παιδιά
όταν ακούσουν ένα αντικείμενο που καίγεται φωνάζουν ΦΩΤΙΑ! ενώ όταν δεν
καίγεται μένουν σιωπηλά!
- Ακούγοντας τη λέξη "Φωτιά" ποιες λέξεις ή προτάσεις σας
έρχονται στο νου; Καταγράφονται και εικονογραφούνται.
- Λίστα πραγμάτων μιας λαίμαργης φωτιάς. Στο άκουσμα κάποιου αντικειμένου ή
υλικού που η φωτιά δεν το αγγίζει τα παιδιά κουλουριάζονται ή γελούν
κοροϊδευτικά. Στο άκουσμα κάποιου αντικειμένου που φοβάται τη φωτιά πχ,
πετσέτα, καρέκλα, δέντρο κοκ τα παιδιά τρέμουν, τρομάζουν κλπ.
- 1-2-3 ΦΩΤΙΑ! Παραλλάγή του 1,2,3 κόκκινο φως.
-Κόκκινες φλόγες από λωρίδες γκοφρέ ή μαντίλια. Χορεύουν το χορό της φωτιάς
με κατάλληλη μουσική.Στην παύση τρέχουν και ακουμπούν με τη φλόγα τους ότι
καίγεται.
-Ένα παιδί φλόγα. Με τη μουσική τα παιδιά κινούνται στο χώρο. Μόλις σταματά
η μουσική πρέπει η φλόγα ν' ακουμπήσει ένα παιδί που γίνεται κι εκείνο φλόγα.
Σκοπός η φλόγα να γίνει "πυρκαγιά" δηλαδή να καταφέρει να κάνει όλα
τα παιδιά φλόγες.
- "Καίγεσαι!" Με τη μουσική κινούνται ελεύθερα στο χώρο. Όταν
σταματήσει η μουσική πρέπει να μείνουν ακίνητα σε όποια στάση επιθυμούν αλλιώς
όποιος κινηθεί 'Καίγεται" και βγαίνει από το παιχνίδι. Για να γίνει
διασκεδάστικό και να μείνει ένας νικητής. Σταδιακά σταματάμε όλο και πιο
απότομα τη μουσική εκεί που δεν το περιμένουν!
- Παίζουμε και με τα γράμματα της λέξης "ΦΩΤΙΑ". τα μπερδεύουμε
τα αναπαράγουμε σε κεφαλαία και μικρά, κρύβουμε ένα γράμμα και το ψάχνουμε
ανάμεσα σε διάφορα άλλα.
-Παίζουμε με τις συλλαβές με αφετηρία τη λεξη "ΦΩΤΙΑ". Έχουμε
κομμένα συννεφάκια με τις συλλαβές "ΦΩ" και "ΤΙΑ", τόσες
όσα και τα παιδιά ώστε το καθένα να πάρει μία. με τη μουσική χορεύουν σα
συννεφάκια. Στην παύση ψάχνουν να βρουν το ταίρι τους συννεφάκι για να
σχηματίσουν τη λέξη ΦΩ-ΤΙΑ.
- Ζουμπαλά. Ο Χορός της Φωτιάς! Το "παραδοσιακό" παιχνιδοτράγουδο
των προσκοπικών μας χρόνων.
Η Φωτιά εις το μέσον αναμμένη κι οι Ινδιάνοι γύρω γύρω μαζεμένοι
κι ο αρχηγός τους το "Μαύρο τσακάλι" νικητής θα γυρίσει και πάλι...
Ω! Ζουμπαλά ζουμπαλά ζουμπαλάκια ω θεέ των Ινδιάνων Ζουμπαλάκια
Ω! Ζουμπαλά, ζουμπαλά, ζουμπαλάκια ω Θεέ των Ινδιάνων Ζουμπαλάκια!
Η Φωτιά τώρα τη λάμψη έχει χάσει κι ο Αρχηγός τους πάει τώρα να
πλαγιάσει
κι οι Ινδιάνοι φεύγουν τώρα κουρασμένοι και ο μάγος μονάχος απομένει...
Τραγουδά σιγά σιγά και κάνει μάγια, στο Θεό των Ινδιάνων Ζουμπαλάκια...
Ω! Ζουμπαλά... (Δις)
Το παιχνίδι είναι μιμητικό. Μοιράζονται ρόλοι και γίνονται ανάλογες
κινήσεις όταν το τραγουδάτε.
Στο ζουμπαλά χορεύουν σαν Ινδιάνοι γύρω από την αυτοσχέδια φωτιά.
Η Ώρα του παραμυθιού
Το γνωστό παιχνιδοτράγουδο για πολλές και ποικίλες δραστηριότητες.
Ο Μάγος της γης, ο Μάγος του νερού και ο Μάγος του αέρα ήταν κάποτε πανίσχυροι. Η μυστική τους δύναμη ήταν ένα κουβάρι· που με τη μαγική του κλωστή κρατούσε τους ανθρώπους δεμένους κι αγαπημένους, δίχως κακίες και μίση. Κάποτε οι μάγοι εμπιστεύτηκαν το μαγικό τους κουβάρι στους βασιλιάδες των ανθρώπων για να συνεχίσουν εκείνοι το έργο τους. Μα παρότι τους προειδοποίησαν τι να προσέχουν, οι βασιλιάδες τα έκαναν μούσκεμα. Το κουβάρι διαλύθηκε, και οι μάγοι θύμωσαν. Οι βασιλιάδες, άπληστοι καθώς ήταν, αποφάσισαν να πάρουν στα χέρια τους τις τύχες του κόσμου και να εξουδετερώσουν τους μάγους της φύσης. Έτσι, με σχέδια πανούργα μόλυναν το νερό, τη γη και τον αέρα και σιγά - σιγά έκλεψαν από τους ανθρώπους τα πλούτη, αλλά κυρίως τη μνήμη και τα όνειρά τους. Οι ισχυροί του κόσμου, λοιπόν, οι βασιλιάδες, είχαν συγκεντρώσει στα χέρια τους όλη τη δύναμη, ενώ τριγύρω τους είχαν εξαθλιώσει τα πάντα Έμενε, μονάχα μια ελπίδα για τους ανθρώπους που οι βασιλιάδες δεν είχαν υπολογίσει: ο Μάγος της Φωτιάς... από την Γιολάντα Τσιαμπόκαλου, εκδ. ΗΛΕΚΤΡΑ
Το γνωστό και πάντα αγαπημένο παραμύθι του Άντερσεν
Οικολογική σειρά που απευθύνεται σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας από τις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ
Ευκαιρία να συζητήσουμε και για τα Αντίθετα
Ο Ψαροχαφτούλης γνωρίζει τον τρόµο της φωτιάς
Ο
Ψαροχαφτούλης καθόταν πολύ ήρεµος και χάζευε τα χρώµατα της ανατολής εκείνο το
ζεστό καλοκαιρινό πρωινό. Η αύρα της θάλασσας του χάιδευε γλυκά το ράµφος και η
γαλήνη της λιµνοθάλασσας τον είχε συνεπάρει. Τα χρώµατα, οι πρώτοι ήχοι της
ηµέρας και οι άγουρες µυρωδιές του πρωινού, συνέθεταν έναν πραγµατικό
παράδεισο. Όλα έδειχνα πως θα ήταν άλλη µια υπέροχη καλοκαιρινή µέρα και πως
τίποτε δεν θα µπορούσε να διαταράξει την οµορφιά του τοπίου. Έριξε την πρώτη
του βουτιά κι αποφάσισε να πάει µια βόλτα στη θάλασσα, να παίξει στα ανοιχτά.
Άλλωστε µια τέτοια µέρα δεν θα έπρεπε να µείνει ανεκµετάλλευτη. Η θάλασσα ήταν
πραγµατικά πανέµορφη και ο Ψαροχαφτούλης σκέφτηκε πως είχε τελικά πάρει την
καλύτερη απόφαση. Τα νερά είχαν ένα βαθύ γαλάζιο χρώµα ενώ τα ρεύµατα γέµιζαν
ανατριχίλες την επιφάνεια του νερού. Μακριά διακρίνονταν κάποια δελφίνια που
έπαιζαν µε τα µικρούτσικα κύµατα, συµµετέχοντας κι αυτά στη µαγεία του πρωινού.
Ο Ψαροχαφτούλης πέταξε προς τα δελφίνια, βούτηξε, κολύµπησε, έπαιξε µαζί τους,
ξεκαρδίστηκε µε τις φιγούρες τους και ενώ ήταν έτοιµος να αρπάξει ένα ψαράκι,
ξαφνικά ολόκληρο το σκηνικό άλλαξε. Από µακριά ερχόταν ο θόρυβος µιας δυνατής
µηχανής που αναστέναζε βαριά, και αγκοµαχώντας πλησίαζε, ενώ ο θόρυβος όλο και
δυνάµωνε. Στο βάθος φάνηκε ένα αεροπλάνο που όταν πλησίασε, βούτηξε στα νερά,
µάζεψε νερό, έκανε ένα κύκλο κι εξαφανίστηκε προς τα εκεί απ’ όπου είχε έρθει.
Μετά ακολούθησε ένα δεύτερο αεροπλάνο που έκανε ακριβώς τα ίδια για να
εξαφανιστεί κι αυτό µε την σειρά του όπως και το προηγούµενο. Τα δελφίνια
τροµοκρατηµένα βούτηξαν κι εξαφανίστηκαν στα βαθιά νερά, ενώ ο Ψαροχαφτούλης
πέταξε γρήγορα προς την ακτή και κρύφτηκε, όσο καλύτερα µπορούσε. Μαζί του όλα
τα πουλιά της ακτής κι όλα τα ψάρια, βιάστηκαν να κρυφτούν όπου προλάβαινε ο
καθένας. Το πελεκανάκι περίµενε να περάσει λίγη ώρα κι όταν τα αεροπλάνα δεν
φαίνονταν και δεν ακούγονταν πια, τόλµησε να ξεµυτίσει από την κρυψώνα του. Το
ίδιο έκαναν δειλά-δειλά κι όλα τα πλασµατάκια γύρω του. Σιγά-σιγά άρχισε να
δηµιουργείται ένα σούσουρο στην ακτή. Πουλιά, ερπετά και έντοµα µαζεύτηκαν όλα
µαζί, ψάχνοντας να βρουν µια εξήγηση. Ένας ενήλικος πελεκάνος -ο πιο θαρραλέος-
αποφάσισε να πάει να δει τι είχε συµβεί. ∆εν χρειάστηκε να λείψει για πολύ.
Όταν γύρισε τους έδειξε µε την φτερούγα τους προς την κατεύθυνση που είχαν
πετάξει τα αεροπλάνα. "Φωτιά" τους είπε. "Μεγάλη φωτιά. Εκεί
πέρα. Κοιτάξτε τους καπνούς! 53 Πράγµατι στο βάθος διακρίνονταν ένα σύννεφο
καπνού που όλο και µεγάλωνε σαν να ήθελε να κρύψει τον ήλιο. Η µυρωδιά του
καµένου δέντρου άγγιζε τώρα της µύτες τους και όλα τα πλάσµατα της ακτής
σώπασαν θλιµµένα. Ήξεραν πολύ καλά τι ήταν η φωτιά. Ήξεραν, πως όταν καίγεται
ένα δάσος, καίγονται και πολλά ζωάκια, πολλές φωλιές και φυσικά πολλά µωρά αλλά
και όλα τα δέντρα και τα φυτά. Ήξεραν πως η φωτιά δεν θα σταµατήσει παρά µονάχα
όταν δεν θα υπάρχει τίποτα άλλον για να κάψει. Ήξεραν πως η φωτιά ήταν ότι
χειρότερο µπορούσε να συµβεί σ’ ένα δάσος, πως θα χρειάζονταν πολλά χρόνια για
να ξαναδηµιουργηθεί και πως αυτά ίσως να µην προλάβαιναν στην µικρή ζωούλα τους
να το ξαναδούν. Ήξεραν τέλος πως εκείνη την µέρα είχαν χάσει πολλούς φίλους,
άλλους γνωστούς κι άλλους άγνωστους κι ο χαµός αυτός τους έκανε να νιώθουν πολύ
βαριά την ψυχούλα τους. Ξαφνικά από το βάθος άρχισαν να διακρίνονταν και πάλι
τα αεροπλάνα. Τα πλασµατάκια κρύφτηκαν, τα αεροπλάνα ήρθαν, πήραν νερό κι
έφυγαν, τα ζωντανά βγήκαν από τις κρυψώνες τους κι αυτό το σκηνικό επαναλήφθηκε
πολλές φορές εκείνη την µέρα µέχρι που έπεσε τα σούρουπο. Είχε βγει το φεγγάρι
κι η φασαρία όλου του πρωινού έδινε την θέση της στην ησυχία της νύχτας. Φλόγες
διακρίνονταν από µακριά κι ο ουρανός σε µια γωνία του ήταν πολύ σκοτεινός.
Κανένα πλασµατάκι δεν είχε φύγει απ’ την ακτή. Όλα περίµεναν υποµονετικά, χωρίς
κι αυτά τα ίδια να ξέρουν τι, κοιτώντας προς τα κει όπου είχαν εξαφανιστεί τα
αεροπλάνα. Κάθονταν το ένα δίπλα στ’ άλλο σιωπηλά και στενοχωρηµένα. Όταν
σκοτείνιασε ήρθαν κι οι κουκουβάγιες, οι φρύνοι, τα ποντικάκια κι άλλα πολλά
πλάσµατα της νύχτας κι η παρέα µεγάλωσε, πάντα όµως µέσα στη σιωπή. Η ώρα είχε
πια περάσει, οι φλόγες είχαν χαµηλώσει κι η παρέα περίµενε ακόµα. Τότε, σαν
σµήνος εµφανίστηκαν τα πρώτα τσουρουφλισµένα πουλιά. Με τα φτερά καµένα στις
άκρες και µε τη µαυρίλα του καπνού φανερή πάνω τους, τα πουλιά πλησίασαν στην
ακτή. Κατέβηκαν, φανερά κουρασµένα και κάθισαν δίπλα στα πλάσµατα της παραλίας.
Κανένα δεν µίλαγε. Πρώτη έσπασε την σιωπή µια σουσουράδα. Ήταν βουρκωµένη και
διηγήθηκε σε όλους πως κάηκε η φωλιά της, πως έχασε τους νεοσσούς της. Τα ίδια
έλεγε τώρα κι ένα χελιδόνι που πρόφτασε να σωθεί την τελευταία στιγµή, µα που
τα µικρά του δεν στάθηκαν το ίδιο τυχερά. Ένα-ένα τα πουλιά του καµένου δάσους
ξεδίπλωναν την ιστορία τους, η κάθε µια και πιο θλιβερή. Κι όταν συµπλήρωσαν
όλα τις ιστορίες τους αναλογίστηκαν τα καµένα δέντρα, τα φυτά, αλλά και όλα τα
άλλα ζώα, που δεν είχαν φτερά σαν τα πουλιά, και έτσι δεν πρόλαβαν να σωθούν
από τις φλόγες. Εκείνη την νύχτα κανένα πλάσµα της παραλίας δεν κοιµήθηκε,
κανένα πλάσµα του δάσους δεν κούρνιασε. Το χάραµα, πέταξαν όλα µαζί προς το
δάσος, πάνω από τα αποκαϊδια, αναζητώντας κάποια ίχνη ζωής, ελπίζοντας. Μάταια
όµως. Το καλοκαιριάτικο πρωινό ξηµέρωνε παντού όµορφο. Όµως, στο καµένο δάσος,
όπου λιγοστά πουλιά πέταγαν αναζητώντας την ελπίδα, έµοιαζε σαν να ‘χε
σταµατήσει για πάντα ο χρόνος. (Από το 9ο Δημοτικό σχολείο Ρεθύμνου)
ΤΙ ΘΑ ΣΥΝΕΒΑΙΝΕ ΑΝ … ∆ΕΝ ΥΠΗΡΧΕ ΦΩΤΙΑ
Μπορείτε
να ξεκινήσετε με τη διερευνητική ερώτηση και να συζητήσετε τις ααντήσεις που θα
δώσουν τα παιδιά ή
να διηγηθείτε το παρακάτω παραμύθι:
"Κάποτε
σ’ ένα αποµακρυσµένο χωριό οι κάτοικοι είχαν µεγάλη ανάγκη τη φωτιά γιατί δεν
είχαν ηλεκτρικό ρεύµα. Τη µέρα η φωτιά τους χρησίµευε σε πολλές δουλειές ενώ τη
νύχτα τους φώτιζε και τους ζέσταινε. Μια µέρα όµως συνέβη κάτι τροµερό: ξαφνικά
η φωτιά εξαφανίστηκε και οι άνθρωποι του χωριού έµειναν χωρίς τον καλύτερό τους
φίλο. Τώρα πώς θα επιβίωναν; Αρχίζουν να αναρωτιούνται γιατί δεν υπάρχει φωτιά,
δεν βρίσκουν όµως καµιά απάντηση. Σιγά- σιγά καταλαβαίνουν ότι θα πρέπει να
ζήσουν χωρίς φωτιά. Την επόµενη µέρα η ζωή τους δεν κυλάει φυσιολογικά.
Προσπαθούν να σκεφτούν κάποιο φαγητό που δεν χρειάζεται ψήσιµο.Τις πρώτες µέρες
δεν κατάλαβαν ακριβώς τα προβλήµατα που θα αντιµετώπιζαν, επειδή έτρωγαν από το
ψηµένο φαγητό που είχαν, αλλά µετά είδαν πόσο δύσκολα θα επιβίωναν τρώγοντας
ωµό κρέας. Τη νύχτα το κρύο τους πάγωνε και τη µέρα δεν µπορούσαν να κάνουν
πολλές από τις δουλειές τους, στις οποίες χρειάζονταν φωτιά. ∆εν είχαν ζεστό
νερό για τις δουλειές του σπιτιού ούτε σιδέρωναν. Ούτε μπα΄νιο δεν μπορούσαν να
κάνουν καλά καλά! Τα παιδιά που πολλές φορές έπαιζαν µε τη φωτιά καίγοντας
ξυλαράκια, τώρα δεν µπορούσαν να παίξουν ούτε αυτό το παιχνίδι. Ακόµα και στην
εκκλησία δεν µπορούσες ν’ ανάψεις ένα κερί. Επειδή δενµπορούσαν να τρώνε ωµό
κρέας, έτρωγαν µόνο ωμά λαχανικά και φρούτα."
...και η
ιστορία αυτή γίνεται έναυσμα για τη χρησιμότητα της φωτιάς στον άνθρωπο. Τα
παιδιά καλούνται να τη συνεχίσουν και να βρουν το τέλος.
Ψήνεστε ακόμα;
Όσο είμαστε ακόμα ζεστοί... φτιάχνουμε ομαδική
και ατομική
Ο ζεστός καλόκαρδος δράκος μας
Μια φλόγα ζωηρή δεν θέλει να κρυφτεί
Καλέστε το 199, όταν...
Ο Προμηθέας
"Στη χούφτα μου μια φλόγα μικρή, μοιράζει τη θαλπωρή και όχι τη καταστροφή"